Κείμενο καλέσματος για την δημιουργία πρωτοβουλίας για την κριτική θεώρηση της γνώσης

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ, ΓΝΩΣΗ ΚΑΙ Η ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ ΜΙΑΣ ΡΙΖΙΚΗΣ ΚΡΙΤΙΚΗΣ ΤΟΥΣ

Ο θεσμός του πανεπιστημίου έχει μια μακρά ιστορία, μέσα στην οποία αναδείχτηκε και πρωταγωνίστησε σε μείζονες κοινωνικούς και ιστορικούς μετασχηματισμούς. Η αυγή του συμπίπτει με τα πρώτα σκιρτήματα της απελευθέρωσης από τις σιγουριές της θεοκρατίας και του Μεσαίωνα. Κάπου στα 1088 οι πρώτες ακαδημαϊκές κοινότητες της αναγεννησιακής Ιταλίας συγκρότησαν το Πανεπιστήμιο της Μπολόνια, ως έναν χώρο μέσα στον οποίο η έρευνα και η επιστήμη θα αναδεικνύονταν και θα απελευθερώνονταν από τις θρησκευτικές δοξασίες και την έρημο του βιβλικού σχολαστικισμού. Ήδη, με λίγα λόγια, από την αρχή το πανεπιστήμιο υπήρξε ανταπόκριση απέναντι σε μια νέα κοινωνική σύνθεση.

Από τότε βέβαια έχει κυλήσει πολύ νερό στο αυλάκι. Η πτώση των βασιλιάδων της Ευρώπης, οι αστικές επαναστάσεις, η βιομηχανική έκρηξη του καπιταλισμού, η επιστημονική άνθηση της Δύσης, αλλά και οι παράλληλοι προβληματισμοί πάνω στις αξίες και τις κατακτήσεις της. Οι σύγχρονες κοινωνίες έκαναν μεγάλα βήματα τόσο προς τη μεριά της αναζήτησης της ελευθερίας, όσο και προς την αντίθετη. Και το πανεπιστήμιο μαζί με τη γνώση και τις «αλήθειες» της, στεκόταν δίπλα σε όλους αυτούς τους μετασχηματισμούς και τις ιστορικές μεταστροφές, ακολουθώντας, εμπλουτίζοντας και καθορίζοντάς τες. Δεν είναι τυχαίο το ότι όλες οι πολιτικές εξουσίες προσπάθησαν να ελέγξουν το πανεπιστήμιο και το αντικείμενό του, ούτε είναι τυχαίες οι πολλαπλές αντιστάσεις που συνάντησαν στις προσπάθειές τους. Ούτε από την άλλη προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση το γεγονός, ότι σχεδόν όλες οι σύγχρονες πολιτικές εκρήξεις είχαν του ακαδημαϊκούς χώρους ως κεντρικό παράγοντά τους.

Για την Ελευθεριακή Παρέμβαση Φιλοσοφικής το πεδίο της γνώσης και ο τρόπος αναπαραγωγής της είναι ίσως το πιο κομβικό σημείο σχολιασμού και κριτικής μέσα στα πλαίσια της φοιτητικής ζωής. Το αντικείμενο των σπουδών και η πραγματικότητα του αμφιθεάτρου είναι προφανώς ο κεντρικός άξονας που διαμορφώνει τη λειτουργία του και την κοινωνική του ταυτότητα.

Μέσα σε αυτά τα πλαίσια αποφασίσαμε να προβούμε στην ακόλουθη κριτική-κάλεσμα. Το κείμενο που ακολουθεί είναι μια κάπως πρωτόγονη προσπάθεια ψηλάφησης των ζητημάτων που βλέπουμε να αναδεικνύονται από τον τρόπο διεξαγωγής των σύγχρονων σπουδών και το καθεστώς μέσα στο οποίο συγκροτούνται και αναπαράγονται οι κυρίαρχοι ορισμοί και σημασίες. Και παράλληλα το κάλεσμα που ακολουθεί στοχεύει στη συγκρότηση μιας συλλογικής προσπάθειας επαναπροσέγγισης και ανοίγματος των ζητημάτων που θίγονται, προκειμένου μέσα από εκδηλώσεις και συζητήσεις να γίνει η εκκίνηση μιας συνεχούς διερώτησης πάνω στα αντικείμενα γνώσης, με τα οποία ερχόμαστε κάθε μέρα σε διάδραση.

Η εξειδίκευση και ο κατακερματισμός του αντικειμένου της γνώσης

Η καπιταλιστική αγορά, που πάντοτε χαρακτηριζόταν από την ανάγκη για εξασφάλιση της μέγιστης δυνατής αποδοτικότητας επέφερε τον καταμερισμό της εργασίας, ο οποίος με τη σειρά του επέβαλε τον κατακερματισμό του αντικειμένου της γνώσης. Μια απλή ματιά στα σύγχρονα προγράμματα σπουδών των «διεθνώς αναγνωρισμένων» πανεπιστημίων καταδεικνύει τη στροφή από το ιδεώδες της ολοκληρωμένης μόρφωσης, στην παραγωγή κατακερματισμένων αντικειμένων σπουδών και επιστημόνων στείρα και απόλυτα εξειδικευμένων σε κλάδους αποκλειστικά χρήσιμους στις επιταγές των εκάστοτε αναγκών της οικονομίας και της παραγωγής. Χαρακτηριστικό δείγμα αυτής της μετατόπισης είναι το τεράστιο πλήθος μοντέρνων τμημάτων μάνατζμεντ, δημοσίων σχέσεων, οικονομικών κλπ., των οποίων μοναδικός σκοπός είναι να καλύψουν την ανάγκη παραγωγής στελεχών για την ατμομηχανή της σύγχρονης παγκοσμιοποιημένης αγοράς.

Η διάσπαση λοιπόν του αντικειμένου της γνώσης για τις ανάγκες προσαρμογής στην καπιταλιστική αγορά στέρησαν από το άτομο τη δυνατότητα συνολικής διερώτησης γύρω από τα θέματα της επιστήμης, μέσα στα πλαίσια της ακαδημαϊκής ζωής.

Η «ουδετερότητα» της επιστήμης

Μία από τις κυρίαρχες προκαταλήψεις όταν μιλάμε σήμερα για την επιστήμη και την ακαδημαϊκή ζωή είναι αυτή που θέλει τη γνώση να περιορίζεται σε μια θεωρητική ουδετερότητα, να μένει δηλαδή εκτός του κοινωνικού πεδίου και των διεργασιών που διεξάγονται σε αυτό. Αν κοιτάξει κανείς την ιστορία της επιστήμης, μέσα κι έξω από το πανεπιστήμιο, θα διαπιστώσει ότι η επιστήμη είναι προϊόν των κοινωνικών ανταγωνισμών της κάθε εποχής, γεγονός που συνακόλουθα καθορίζει το ίδιο το πανεπιστήμιο και το ρόλο του. Η κοινωνική εμπειρία τροφοδοτεί με αντικείμενα ενασχόλησης το πανεπιστήμιο, και το πανεπιστήμιο με τη σειρά του το συστηματοποιεί, το χρησιμοποιεί ανάλογα με τις επιδιώξεις του εμπλουτίζοντας έτσι και διαμορφώνοντας την κοινωνική πραγματικότητα. Η μυωπική αντίληψη ότι η γνώση δεν έχει άμεση σχέση με την κοινωνία που τη γεννά, υπήρξε ο καταλύτης για τη θεσμοποίηση του ορθού λόγου, την αναγωγή του σε μια εξουσία της διανόησης, που λειτουργεί παράλληλα και όχι εντός του κοινωνικού ιστού, και επομένως το κοινωνικό σώμα μόνο επίπλαστα έχει κάποια διάδραση με αυτό.

Η κοινωνική διάσταση της γνώσης

Η θραύση της ψευδαίσθησης περί αντικειμενικότητας της γνώσης μας φέρνει αντιμέτωπους με την απτή πραγματικότητα της κοινωνικής διάστασης της γνώσης. Η γνώση επηρεάζει και επηρεάζεται από την ανθρώπινη κίνηση, όπως και όλα τα πράγματα σε αυτόν τον κόσμο. Και αυτό γίνεται τόσο με θετικό τρόπο, όσο και με αρνητικό.

Η εφαρμογή της επιστήμης στην καθημερινότητα αναδιατάσσει τόσο τις κοινωνικές σχέσεις όσο και τις σχέσεις των ανθρώπων με το περιβάλλον. Το μεγάλο κοινωνικό ζήτημα που ανακύπτει από αυτήν τη διαπίστωση είναι η απουσία κοινωνικού ελέγχου στη διοχέτευση της επιστήμης στην καθημερινότητα. Το χάσμα που έχει δημιουργηθεί μεταξύ ειδικών και μη ειδικών επί των επιστημονικών θεμάτων ενέχει κι ένα ζήτημα ως προς το ποιος αποφασίζει τι είναι σκόπιμο και ωφέλιμο να εφαρμοστεί και τι όχι. Ως εγχείρημα που θέλει να προσεγγίσει τα θέματα της πολιτικής πρακτικής με όρους ισότητας και συναπόφασης και να προωθήσει μια κοινωνική επαναπροσέγγιση των ζητημάτων θεωρούμε ως πρώτη προτεραιότητα να σπάσουμε την προκατάληψη που θέλει την επιστημονική εφαρμογή να κινείται με βάση τις επιλογές κλειστών ακαδημαϊκών συνεδρίων και χρηματοδοτούμενων ερευνών.

Καταρχήν δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στο κομμάτι της έρευνας (ιδιαίτερα στους τεχνικούς τομείς), τόσο η αγορά όσο και οι κρατικές δομές επενδύουν πολλά εκατομμύρια δίνοντας καθοριστική καθοδήγηση ως το προς τα πού θα κατευθυνθούν οι επιστημονικές αναζητήσεις και τα συμπεράσματα. Ίσως το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα να μπορεί να ανιχνευθεί στο παράδειγμα των ΗΠΑ, Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι από την εποχή του ψυχρού πολέμου και μετά, το κομμάτι της έρευνας που αφορά τους στρατιωτικούς εξοπλισμούς ξεπερνά κατά πολλά δισεκατομμύρια τη χρηματοδότηση άλλων τεχνικών ερευνητικών τομέων, όπως η ιατρική έρευνα. Και ποιος μπορεί να πει ότι «αντικειμενικά» το πρώτο είναι σημαντικότερο κοινωνικά και επιστημονικά από το δεύτερο;

Αλλά και πέρα από το θέμα των καθοδηγούμενων ερευνών, θεωρούμε ότι η παραγωγή και η εφαρμογή της επιστήμης και της γνώσης, αφορά το σύνολο των κοινωνιών. Γι’ αυτό και είναι αυτονόητο ότι η κοινωνία πρέπει να έχει λόγο πάνω στα ζητήματα αυτά, να τα θέτει διαρκώς υπό διερώτηση και να στοχάζεται και να διαβουλεύεται πάνω στις κοινωνικές και ανθρωπολογικές τους συνέπειες.

Το γνωσιολογικό κενό του σύγχρονου καπιταλισμού και η παρακμή του πανεπιστημίου

Η διευρυνόμενη ανάπτυξη της καπιταλιστικής αγοράς, η ανάγκη για νέες δεξιότητες και η τεχνολογική αναδιάρθρωση της εργασίας έχουν δημιουργήσει μεγάλες ρωγμές στο θεσμικό ρόλο, που έχει σήμερα το πανεπιστήμιο. Το μαζικό πανεπιστήμιο έτσι όπως το καταλαβαίνουμε σήμερα δεν μπορεί να καλύψει την ανάγκη για εξειδίκευση που επιτάσσει η σύγχρονη αγορά. Για να δώσουμε ένα απτό παράδειγμα, οι γνώσεις που αποκτά ένας απόφοιτος της πληροφορικής έχουν ήδη ξεπεραστεί τεχνολογικά επτά χρόνια μετά την απόκτηση του πτυχίου του. Το μαζικό πανεπιστήμιο που ανταποκρίνονταν στην εποχή των μαζικών εργασιακών χώρων και της σχεδιασμένης οικονομίας δεν μπορεί να ανταποκριθεί στη σημερινή ελαστικοποιημένη αγορά. Κάπως έτσι μπορούμε και να εξηγήσουμε και τα φαινόμενα υποτίμησης των πανεπιστημίων, την ελλιπή χρηματοδότησή τους και τις προσπάθειες ιδιωτικοποίησής τους. Όλες αυτές οι τάσεις καταδεικνύουν την προσπάθεια του κράτους να απεμπλακεί από την συντήρηση και την επένδυση σε έναν φορέα που σήμερα φαίνεται ξεπερασμένος και ασύμφορος για τις επιταγές της εξελισσόμενης οικονομίας.

Επειδή όμως δεν είμαστε διατεθειμένοι να πέσουμε σε έναν εύκολο οικονομισμό, οφείλουμε να πούμε ότι όλα αυτά τα χρόνια το πανεπιστήμιο δεν ήταν απλώς μια μηχανή παραγωγής εργαζομένων. Κάθε κοινωνία χρειάζεται κάποια συμβολική νομιμοποίηση και (κυρίως) νοηματοδότηση, ούτως ώστε να στέκεται και να κατοχυρώνει την κοινωνική αλληλουχία. Το πανεπιστήμιο έπαιξε αυτόν το ρόλο με πάρα πολύ μεγάλη επιτυχία κατά τα περασμένα χρόνια, ως εγγυητής των κυρίαρχων αφηγήσεων και νοημάτων, αλλά και του πεδίου μέσα στο οποίο διατυπώνονται. Αυτή τη λειτουργία του δεν έχει βρεθεί κάτι να την αντικαταστήσει. Καθώς λοιπόν τα κράτος κοντόθωρα απαξιώνει και ρίχνει στο κενό το πανεπιστήμιο ως κυρίαρχο θεσμό, ανοίγει και ένα μεγάλο γνωσιολογικό κενό, το οποίο με κάποιον τρόπο πρέπει να καλυφτεί. Το ζήτημα της γνώσης έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο στη μέχρι τώρα πορεία των σύγχρονων κοινωνιών και δεν μπορεί να ξεμπερδέψει με αυτήν τόσο εύκολα.

Η επανοικειοποίηση της γνώσης και η χειραφετητική της διάσταση

Αμφισβητώντας τον διαχωρισμό σε ειδικούς και μη ειδικούς, το πρόταγμα της συνολικής διερώτησης πάνω σε όλα τα επιστημονικά πεδία ενάντια στην τεχνοκρατική λογική της εξειδίκευσης, η επιστροφή της γνώσης στην κοινωνική της μήτρα ενάντια στις αφελείς ρητορείες περί ουδετερότητας και πάνω απ’ όλα η πρακτική της συλλογικής διαβούλευσης και παραγωγής κριτικής γνώσης συνθέτουν το πρόταγμά μας για μια νέα τύπου παρέμβαση μες στις σχολές.

Ως Ελευθεριακή Παρέμβαση Φιλοσοφικής πιστεύουμε ότι οι φοιτήτριες και οι φοιτητές σαν συλλογικό σώμα έχουν τη δυνατότητα να συγκροτηθούν και να συζητήσουν πέρα από το διεκδικητικό ρόλο μέσα στον οποίο τον περιορίζουν οι συντηρητικές αριστερίστικες και συνδικαλιστικές πρακτικές. Γι αυτό και αποφασίσαμε να προβούμε στη δημιουργία μιας Πρωτοβουλίας για τη γνώση η οποία ευελπιστούμε να αποτελέσει μια ρήξη με την κυρίαρχη θεώρηση του πανεπιστημίου από τη μία, και με τη μονότονη πατροπαράδοτη διεκδικητική φύση που τείνουν να υιοθετούν τα φοιτητικά κινήματα ως τώρα. Για εμάς όλη αυτή η προσπάθεια εντάσσεται στο πλαίσιο της επαναδιεκδίκησης του δημόσιου χώρου του πανεπιστημίου σε όλες του τις όψεις, κάτι που ούτως ή άλλως αποτελεί τον κεντρικό άξονα της πολιτικής μας πρακτικής.

Στόχος της Πρωτοβουλίας αυτής είναι η επαναπροσέγγιση αντικειμένων γνώσης από σκοπιές περιθωριοποιημένες στο πλαίσιο του επιστημονικού ακαδημαϊκού λόγου οι οποίες είθισται να προσπερνιούνται στα αμφιθέατρα της Φιλοσοφικής, αλλά και γενικά.

Για την επίτευξη του στόχου αυτού καλούμε όποιον και όποια επιθυμεί να συμμετέχει σε ένα κύκλο συζητήσεων και εκδηλώσεων γύρω από τα αντικείμενα γνώσης μας σε μια πρώτη συνάντηση- συζήτηση την Πέμπτη 25/2 στις 15:00 στην αίθουσα 427, για να ξεφύγουμε από τους ορισμούς των αποστειρωμένων αμφιθεάτρων και να προσεγγίσουμε τις σημασίες των απελευθερωτικών κοινωνικών δεσμών.

Πέμπτη 25/2 στις 15:00 στην αίθουσα 427 η πρώτη συνέλευση του εγχειρήματος