Παρατηρώντας το κλίμα των τελευταίων ημερών και τον δημόσιο λόγο πάνω σε αυτό (από τα κανάλια μέχρι τα καφενεία) είναι εύκολο να δει κανείς ότι τα πρώτα δείγματα δράσης της αστυνομίας και του υπουργού-προστάτη του πολίτη Χρυσοχοΐδη χαιρετίστηκαν με ενθουσιασμό και ανακούφιση για την αποκατάσταση της τάξης. Ενώ όλοι περίμεναν ότι οι εκδηλώσεις μνήμης για την δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου πριν από ένα χρόνο θα ξανάφερναν τη βία, το χάος και τον πανικό στο κέντρο της Αθήνας (και όχι μόνο), φάνηκε ότι όλα αυτά αποφεύχθηκαν. Παντού έδιναν συγχαρητήρια στον Χρυσοχοΐδη για την αποτελεσματικότητα της ελληνικής αστυνομίας, την επιτυχή εφαρμογή του «δόγματος μηδενικής ανοχής», την διασφάλιση της κοινωνικής ειρήνης μέσω «δημοκρατίας και πυγμής». Πίσω, όμως, από τα χαμόγελα ικανοποίησης κρύφτηκαν τα μέσα των μπάτσων που άγιασε ο σκοπός του Χρυσοχοΐδη. Οι προληπτικές προσαγωγές, οι κατασταλτικές επιχειρήσεις σε γειτονιές και αυτοδιαχειριζόμενους χώρους, οι συλλήψεις, οι προφυλακίσεις, οι ξυλοδαρμοί, οι παραβιάσεις ασύλου και η καταπάτηση κάθε είδους δικαιώματος δικαιολογήθηκαν με προθυμία στο όνομα της διασφάλισης της τάξης. Η τακτική της προληπτικής καταστολής δείχνει τη στάση του κράτους απέναντι στα κοινωνικά προβλήματα. Ο καθένας και η καθεμιά που κατεβαίνει στο δρόμο θεωρείται δυνάμει τρομοκράτης, οι αυτοδιαχειριζόμενοι χώροι γιάφκες και ορμητήρια και το άσυλο μήτρα κάθε είδους βίας και παραβατικότητας. Η απάντηση σε όλα αυτά ήταν απλή, λιτή και ωμή: μπάτσοι παντού.
Για αρχή, την Πέμπτη 3/12 οι προαναφερθέντες (οι μπάτσοι) προχώρησαν στον αποκλεισμό της ΑΣΟΕΕ και καλά λόγω της γρίπης, ενώ στην ουσία απέτρεψαν, με εντολή του Πρύτανη Γρηγόρη Πραστάκου, την διεξαγωγή συνέλευσης του φοιτητικού συλλόγου. Το Σάββατο 5/12 εισέβαλαν με κινηματογραφικό τρόπο στο χώρο του Ρεσάλτο στο Κερατσίνι, προχωρώντας σε 22 συλλήψεις. Λίγο αργότερα, συνέλαβαν άλλα 41 άτομα, που είχαν καταλάβει το Δημαρχείο Κερατσινίου σε ένδειξη διαμαρτυρίας. Την ίδια στιγμή, στα Εξάρχεια ξεκινούσε ο μακρύς δρόμος για τις προληπτικές προσαγωγές, ενώ μετά από μικροεπεισόδια συνελήφθησαν 12 άτομα και τα ΜΑΤ προέβησαν στον αποκλεισμό του Πολυτεχνείου. Την Κυριακή 6/12, καθώς οι προσαγωγές συνεχίζονταν, λίγο πριν την διαδήλωση μνήμης το περιστατικό «τραυματισμού» του φιλάσθενου Πρύτανη του ΕΚΠΑ Χρήστου Κίττα έδωσε την αφορμή για περισσότερη καταστολή στον χώρο των Προπυλαίων και στην συνέχεια στην Νομική. Κατά τη διάρκεια της πορείας δε, ένστολος καμικάζι της ομάδας Δ τραυμάτισε σοβαρά με την μηχανή του την διαδηλώτρια-αγωνίστρια Αγγελική Κουτσουμπού. Στην Θεσσαλονίκη βλέπουμε διαφορετικά πλάνα αλλά την ίδια σκηνή. Προσαγωγές στο σωρό, αρκετές συλλήψεις και 6 προφυλακίσεις, παραβίαση ασύλου στο Πολυτεχνείο του ΑΠΘ. Στα Γιάννενα, οι τοπικοί μπάτσοι εισέβαλαν στον Αυτοδιαχειριζόμενο Κοινωνικό Χώρο. Την επομένη, ενώ οι προσαγωγές είχαν χτυπήσει κόκκινο, τα ΜΑΤ προχώρησαν στον αποκλεισμό τον Προπυλαίων μετά το τέλος του πανεκπαιδευτικού συλλαλητηρίου, απαγορεύοντας στην πορεία να διαλυθεί στο χώρο. Την ώρα που απειλούσαν να μπουν στο Πολυτεχνείο, είχαν ήδη παραβιάσει το άσυλο σε σχολές στην Θεσσαλονίκη, συλλαμβάνοντας φοιτητές. Παράλληλα, στα Χανιά, ασφαλίτες-κουκουλοφόροι βοηθούσαν την αστυνομία να τρομοκρατήσει τους διαδηλωτές. Το απόγευμα της Τρίτης 8/12 «ορδές του Χρυσοχοΐδη» σχημάτισαν κλοιό γύρω από τα Προπύλαια, εμποδίζοντας την συγκέντρωση της προγραμματισμένης αντικατασταλτικής πορείας. Σίγουρα ξεχνάμε πολλά, αλλά οι αριθμοί μιλάνε από μόνοι τους: πάνω από 800 προσαγωγές, 130 συλλήψεις και 6 προφυλακίσεις. Κατασκευασμένα κατηγορητήρια, παράνομη λήψη δακτυλικών αποτυπωμάτων και φακέλωμα διαδηλωτών, επιστράτευση των «καμερών διαχείρισης κυκλοφορίας», εφαρμογή κουκουλονόμου συνθέτουν το τρομοκρατικό κλίμα των ημερών.
Μέσα στις συνθήκες που περιγράφηκαν παραπάνω, το άσυλο βρέθηκε στο κέντρο της επικαιρότητας με δύο τρόπους. Πρώτον, πραγματοποιήθηκαν από αστυνομικές δυνάμεις παραβιάσεις του ασύλου για συλλήψεις διαδηλωτών (Νομική Αθήνας, Φιλοσοφική και Πολυτεχνείο Θεσσαλονίκης) και αποκλεισμοί πανεπιστημιακών χώρων (Προπύλαια, ΑΣΟΕΕ, Πολυτεχνείο). Οι πρυτανικές αρχές είτε συναίνεσαν είτε έδωσαν εντολή για την παρέμβαση των ΜΑΤ σε αυτούς τους χώρους, θεωρώντας ότι έτσι εφαρμόζουν το υπάρχον νομικό πλαίσιο. Δεύτερον, αναζωπυρώθηκε η συζήτηση γύρω από το καθεστώς του πανεπιστημιακού ασύλου. Πολλοί δημοσιογράφοι, ακαδημαϊκοί και πολιτικοί επιτέθηκαν στο άσυλο παρουσιάζοντάς το ως άνδρο εγκληματικότητας και χώρο υπόθαλψης ταραχοποιών στοιχείων και απαιτώντας είτε την αστυνόμευσή του είτε την κατάργησή του. Καθόλου συμπτωματικά ο Πρόεδρος της Νομικής Θεόδωρος Φορτσάκης πρότεινε να μπουν security στη σχολή που θα επιτρέπουν την είσοδο μόνο στους «έχοντες εργασία», να εκκενωθούν όλοι οι κατειλημμένοι χώροι του κτηρίου, να εκδιωχθεί ο ραδιοφωνικός σταθμός και να απαγορευτεί κάθε δημόσια εκδήλωση που δεν θα έχει γραπτή άδεια διεξαγωγής.
Τόσο, όμως, οι πολέμιοι όσο και οι υποστηρικτές του ασύλου τοποθετούνται αόριστα γύρω από την ελεύθερη διακίνηση ιδεών που πρέπει πάση θυσία να διασφαλιστεί απ’ τους εχθρούς της. Μπορεί ο καθένας τους να εντοπίζει αλλού αυτούς τους εχθρούς, αλλά συγκλίνουν σε ένα βασικό σημείο: ότι αυτό που διακυβεύεται τελικά είναι οι ακαδημαϊκές ελευθερίες. Με τον τρόπο αυτό, όμως, ή συγκαλύπτουν ή αγνοούν τον ουσιώδη κοινωνικό χαρακτήρα του ασύλου· ότι μας δίνει τη δυνατότητα να διαχειριστούμε οι ίδιοι και οι ίδιες τις ζωές μας. Όχι μόνο να μην μπορεί η αστυνομία και το κράτος να επέμβει στην καθημερινότητά μας, αλλά να την οργανώσουμε με τέτοιο τρόπο που να είναι αντίθετη με το ίδιο το κράτος, την αστυνομία και κάθε μηχανισμό που αναπαράγει την ιεραρχία και την ανισότητα. Αυτό που κάνει το άσυλο επικίνδυνο γι’ αυτούς είναι το ότι μας επιτρέπει να ανακαλύψουμε την αυτοοργάνωση και την αλληλεγγύη, να ανοίξουμε τους αγώνες μας στην κοινωνία και να δώσουμε στις πράξεις μας νόημα ελευθερίας.
ΥΠΟΥΡΓΟΙ , ΠΡΥΤΑΝΕΙΣ , ΜΑΤ
ΚΑΤΩ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΣΥΛΟ