Ψηφίστηκε στη Βουλή ο νέος νόμος σύμφωνα με τον οποίο τα περίφημα «ΚΕΣ» («Κέντρα Ελευθέρων Σπουδών») θα δίνουν πτυχία ισότιμα με αυτά των δημόσιων πανεπιστημίων. Ως φοιτητές πρέπει να αντιτεθούμε σ’ αυτή τη εξέλιξη, καθώς συνιστά έμμεση μορφή απαξίωσης και υποτίμησης του δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα του πανεπιστημίου. Με αυτό τον τρόπο εντάσσεται στο γενικότερο πρόγραμμα αναδιάρθρωσης της εκπαίδευσης. Η ματαίωση της αναθεώρησης του άρθρου 16 του Συντάγματος, υπό την πίεση του φοιτητικού κινήματος του 2006-07, ανάγκασε το Υπουργείο να ακολουθήσει έμμεσους τρόπους προώθησης της ιδιωτικοποίησης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Ο νόμος για τα ΚΕΣ είναι ένας απ’ αυτούς τους τρόπους. Η σχετική κοινοτική οδηγία εντάσσεται στη γενικότερη πολιτική που ακολουθούν οι κυβερνήσεις τα τελευταία 30 χρόνια, περικόπτοντας τις κοινωνικές δαπάνες του κράτους και ιδιωτικοποιώντας τομείς κοινής ωφέλειας όπως η παιδεία και η υγεία.
Αυτό που έχει σημασία είναι να ξεκαθαρίσουμε τη θέση υπό την οποία είμαστε αντίθετοι στο νόμο για τα ΚΕΣ. Είμαστε αντίθετοι, όπως είπαμε, επειδή θεωρούμε ότι γίνεται προσπάθεια για να απαξιωθεί το δημόσιο πανεπιστήμιο, καθώς τα πτυχία του θα έχουν πλέον την ίδια αξία με τα πτυχία των ιδιωτικών ΚΕΣ. Μέχρι εδώ καλά: όλοι θα συμφωνήσουν μ’ αυτό. Αν δούμε όμως τι λένε πολλές από τις φοιτητικές παρατάξεις που αντιστέκονται στο νόμο, θα εντοπίσουμε ορισμένες προβληματικές απόψεις, οι οποίες πρέπει να χτυπηθούν. Εχθρός μας δεν είναι οι σπουδαστές των ΚΕΣ, αλλά το Υπουργείο. Στο νόμο για τα ΚΕΣ πολεμάμε ένα επιπλέον βήμα προς την απαξίωση του δημόσιου πανεπιστημίου∙ δεν είμαστε αντίθετοι, επειδή «φοβόμαστε» ότι «απειλούνται τα πτυχία μας». Θεωρούμε απαράδεκτη αυτή τη θέση, καθώς πιστεύουμε ότι προκύπτει απ’ το φοιτητοκεντρισμό που διακρίνει το σύνολο σχεδόν των καθεστωτικών και μη παρατάξεων. Φοιτητοκεντρισμός σημαίνει να μη μας ενδιαφέρει τίποτε άλλο πέρα από τα συμφέροντα του κλάδου μας (ως φοιτητών), τίποτε περισσότερο από την προστασία της αξίας του πτυχίου μας. Πρόκειται για μια λογική συντεχνιακή, η οποία εκμεταλλεύεται τα προνόμιά της, με σκοπό να διατηρήσει την ανώτερη κοινωνική της θέση. Όπως είναι γνωστό, από τα ΚΕΣ θα βγαίνουν εργαζόμενοι β’ κατηγορίας, τα «κατακάθια» του συστήματος που δε μπόρεσαν να πετύχουν στις πανελλήνιες εξετάσεις κι έτσι κατέληξαν στα ΚΕΣ. Αν κάποιος δε μπορεί να πληρώσει τα φροντιστήρια ή τα ιδιαίτερα μαθήματα κατά τη διάρκεια της Β’ και Γ’ Λυκείου ή αν, σε περίπτωση που αποτύχει στις πανελλήνιες, δεν έχει λεφτά για να πάει σε κάποιο πανεπιστήμιο του εξωτερικού, το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να πάει στα ΚΕΣ. Το μέτρο για την προσθήκη της βάσης του 10 ως κριτηρίου εισαγωγής στα ΑΕΙ εντάσσεται στην ίδια λογική. Έτσι αναπαράγεται η ταξική δομή της εκπαίδευσης. Σ’ αυτήν ακριβώς την ταξική δομή στηρίζονται οι φοιτητοσυνδικαλιστές, όταν επικαλούνται το χυδαίο επιχείρημα ότι «τα ΚΕΣ θα μας πάρουν τις δουλειές». Εκμεταλλεύονται την ανώτερη ταξική τους θέση και χρησιμοποιούν τις επικλήσεις στο «δημόσιο» χαρακτήρα του πανεπιστημίου, προκειμένου να την προφυλάξουν.
Αυτή η φοιτητοκεντρική και συντεχνιακή αντίληψη προκύπτει από τη γενικότερη εικόνα που υπάρχει για το πανεπιστήμιο μέσα στην ελληνική κοινωνία. Για το μέσο Έλληνα φοιτητή το πανεπιστήμιο είναι ένα μέσο για την εξασφάλιση ενός «δυνατού» πτυχίου, το οποίο θα του επιτρέψει να βρει μια καλή δουλειά. Το πανεπιστήμιο δεν είναι τίποτε παραπάνω από ένα εργαλείο εύρεσης εργασίας. Λογικό είναι ότι, από τη στιγμή που αντιλαμβανόμαστε τη φοιτητική μας ιδιότητα μ’ έναν τέτοιο τρόπο, θα θεωρούμε «εχθρούς» και «ανταγωνιστές» τους σπουδαστές οποιουδήποτε άλλου ιδρύματος θα μπορεί να προσφέρει ανάλογου είδους πτυχία. Είναι αυτονόητο, σύμφωνα με όλα τα παραπάνω, ότι θεωρούμε λανθασμένη κάθε προσπάθεια να γίνει ο νόμος για τα ΚΕΣ αφορμή για το ξέσπασμα ενός νέου κινήματος, καθώς δεν είναι αυτές οι αξίες που θα θέλαμε να εμπνέουν ένα τέτοιο κίνημα
epafi72.blogspot.com