Η δημιουργικότητα των υπευθύνων για το τμήμα μάς έφερε απέναντι σε δύο ζητήματα τα οποία περιμέναμε να μας έρθουν από αλλού – από το νόμο-πλαίσιο. Κι όμως, μέσω μίας «αθώας» αλλαγής του προγράμματος σπουδών, η φοιτητική ζωή εντατικοποιείται και το κόστος των σπουδών περνάει στη δική μας πλευρά. Απλούστερα: αν δε στρωνόμαστε να περνάμε τα μαθήματα στην ώρα τους (ακόμα κι αν παράλληλα δεσμευόμαστε από άλλες υποχρεώσεις – π.χ. δουλειά), θα ζούμε στην επισφάλεια των συνεχών αλλαγών στο πρόγραμμα και μετά θα ψάχνουμε να αγοράζουμε ή να φωτοτυπούμε τα συγγράματά μας.
Και εδώ έρχεται να κολλήσει το θέμα της θέσης και της συμμετοχής μας στην ίδια την εκπαιδευτική διαδικασία και τις αποφάσεις που αφορούν το τμήμα. Καταρχάς, ο τρόπος με τον οποίο συμμετέχουμε στην εκπαιδευτική διαδικασία, καλλιεργεί και τη συγκεκριμένη σχέση που αποκτούμε με το αντικείμενο των σπουδών μας. Όσο πιο πολύ απομακρυνόμαστε από τη ενεργή διαμόρφωση της πρώτης, τόσο απομακρυνόμαστε και από μια αυθεντική σχέση με το αντικείμενο. Ένας παθητικός και ουδέτερος δέκτης του αμφιθεάτρου δε μπορεί ούτε να κατανοήσει το περιεχόμενο των μαθημάτων του, ούτε και να αναπτύξει τη δική του δημιουργικότητα και κριτική σκέψη. Μπορεί μόνο να αποστηθίσει και να αναπαράξει μηχανικά ό,τι του ζητηθεί, όταν του ζητηθεί. Ενώ όμως το τμήμα του αγγλικού μας προσφέρει τη δυνατότητα, μετά το 2ο έτος, να φτιάξουμε πιο ελεύθερα το πρόγραμμα σπουδών μας μέσω των ομάδων μαθημάτων επιλογής, από την άλλη αλλάζουν συνεχώς τα ίδια τα μαθήματα. Αντί, τελικά, να καταφέρουμε να ορίσουμε ένα σταθερό σημείο αναφοράς για τις σπουδές μας (κάτι που θα μας επέτρεπε στη συνέχεια να τις επεξεργαστούμε πιο προσεκτικά και, αν τα καταφέρουμε, να τις αμφισβητήσουμε με δημιουργικό τρόπο), αναγκαζόμαστε να προσαρμοστούμε μηχανικά σε ένα περιβάλλον που διαρκώς αλλάζει, πριν προλάβουμε καλά καλά να έρθουμε σε επαφή μαζί του.
Όλα τα παραπάνω, πέρα από τη στενή διπλή κατεύθυνση που δείξαμε
Τελικά γιατί μας ενδιαφέρει η συνδιοίκηση;
Όσο κι αν για εκείνη την εποχή η ρύθμιση που προέβλεπε τη φοιτητική συμμετοχή στα όργανα διαχείρισης του πανεπιστημίου θεωρήθηκε ένα πιο προοδευτικό βήμα, για μας η λειτουργία της συνδιοίκησης συμπυκνώνει αξίες τις οποίες αντιπαλεύουμε, όπως η ιδέα της αντιπροσώπευσης και της ανάθεσης στους ειδικούς, η αδιαφορία για τα κοινά και η ιεραρχία. Εξηγούμαστε, πιο συγκεκριμένα: η συνδιοίκηση εμπεδώνει τον κυρίαρχο διαχωρισμό μεταξύ, απ’ τη μία, των πάσης φύσεως ειδικών (πρυτάνεις, καθηγητές και εκλεγμένοι παραταξιακοί) που αποφασίζουν για όλα και, από την άλλη, της «αδαούς μάζας» (πλειοψηφία φοιτητών και φοιτητριών, εργαζομένων κ.λπ.) η οποία παραμένει στον ρόλο του παθητικού αποδέκτη. Αλλά ας μην παραπονιόμαστε. Το ότι άλλοι αποφασίζουν για μας, χωρίς εμάς «πατάει σε μια ήδη διαμορφωμένη συνθήκη». Δηλαδή, όσο εμείς οι ίδιες και οι ίδιοι δεν ενδιαφερόμαστε να διαμορφώσουμε τις συνθήκες ύπαρξής μας μέσα στο πανεπιστήμιο, τόσο θα «αλωνίζουν» οι καθηγητές κι οι μεγαλοσυνδικαλιστές.
Για μας, η λειτουργία της συνδιοίκησης δεν έχει μόνο χαρακτήρα τεχνικό (αποφάσεις για συγγράμματα, πρόγραμμα σπουδών κ.λπ.) αλλά βαθιά πολιτικό. Στη συγκεκριμένη συγκυρία, μάλιστα, οι νέες διατάξεις του νόμου-πλαισίου (μείωση δωρεάν συγγραμμάτων, εφαρμογή 4ετούς οικονομικού προγραμματισμού, εισαγωγή managers στις σχολές κ.λπ.) περνούν στα τμήματα ακριβώς μέσω των συνδιοικήσεων. Παράλληλα θεωρούμε ότι η κριτική μας στις συνδιοίκησεις συμβαδίζει με την εναντίωσή μας στην γραφειοκρατική-ιεραρχική οργάνωση του πανεπιστημίου, όπως αυτή εκφράζεται επίσης μέσω των εκλογών και των διοικητικών συμβουλίων. Είναι πεποίθησή μας ότι πρέπει να αντιλαμβανόμαστε το πανεπιστήμιο ως μια «κοινότητα» (αποτελούμενη από τους καθηγητές, τις καθηγήτριες κι εμάς, τους φοιτητές και τις φοιτήτριες, όπως επίσης κι απ’ τους εργαζόμενους και τις εργαζόμενες) η οποία οφείλει να αποφασίζει συλλογικά για όλα τα ζητήματα που την αφορούν, καθώς και για την ίδια τη λειτουργία κάθε σχολής. Πρέπει να χτυπηθεί η κυρίαρχη αντίληψη του φοιτητοκεντρισμού, η οποία εκφράζεται μέσω της τάσης να μην ασχολούμαστε με τίποτε άλλο πέραν του πτυχίου μας και να αδιαφορούμε για οτιδήποτε ξεπερνά τα ζητήματα στενά φοιτητικού ενδιαφέροντος (όπως, π.χ., τα προβλήματα των εργαζομένων στις σχολές). Καθώς πιστεύουμε ότι για όλα τα θέματα που μας αφορούν (από την εξεταστική μέχρι τις συνθήκες δουλειάς των εργαζομένων στη σχολή) πρέπει να αποφασίζουμε όλοι και όλες μαζί, προτείνουμε την δημιουργία ΚΟΙΝΗΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗΣ διδασκόντων-ουσών, φοιτητών-τριών και εργαζομένων, με ισότητα λόγου και ψήφου για όλες και όλους. Η συγκεκριμένη συνέλευση θα παίρνει όλες τις αποφάσεις για τα θέματα που αφορούν το κάθε τμήμα. Όσο ουτοπικό φαντάζει να αποφασίζουν 15000 άτομα για την λειτουργία της Φιλοσοφικής, τόσο εμείς θα επιδιώκουμε την κατάργηση των συνδιοικήσεων, των εκλογών και των διοικητικών συμβουλίων, κινούμενοι στην κατεύθυνση του ριζικού μετασχηματισμού της οργάνωσης του πανεπιστημίου και προπαγανδίζοντας τη λειτουργία του στην βάση της ισότητας, των γενικών συνελεύσεων και της άμεσης δημοκρατίας.
epafi72.blogspot.com
ΚΕΣ que c’ est?
Ψηφίστηκε στη Βουλή ο νέος νόμος σύμφωνα με τον οποίο τα περίφημα «ΚΕΣ» («Κέντρα Ελευθέρων Σπουδών») θα δίνουν πτυχία ισότιμα με αυτά των δημόσιων πανεπιστημίων. Ως φοιτητές πρέπει να αντιτεθούμε σ’ αυτή τη εξέλιξη, καθώς συνιστά έμμεση μορφή απαξίωσης και υποτίμησης του δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα του πανεπιστημίου. Με αυτό τον τρόπο εντάσσεται στο γενικότερο πρόγραμμα αναδιάρθρωσης της εκπαίδευσης. Η ματαίωση της αναθεώρησης του άρθρου 16 του Συντάγματος, υπό την πίεση του φοιτητικού κινήματος του 2006-07, ανάγκασε το Υπουργείο να ακολουθήσει έμμεσους τρόπους προώθησης της ιδιωτικοποίησης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Ο νόμος για τα ΚΕΣ είναι ένας απ’ αυτούς τους τρόπους. Η σχετική κοινοτική οδηγία εντάσσεται στη γενικότερη πολιτική που ακολουθούν οι κυβερνήσεις τα τελευταία 30 χρόνια, περικόπτοντας τις κοινωνικές δαπάνες του κράτους και ιδιωτικοποιώντας τομείς κοινής ωφέλειας όπως η παιδεία και η υγεία.
Αυτό που έχει σημασία είναι να ξεκαθαρίσουμε τη θέση υπό την οποία είμαστε αντίθετοι στο νόμο για τα ΚΕΣ. Είμαστε αντίθετοι, όπως είπαμε, επειδή θεωρούμε ότι γίνεται προσπάθεια για να απαξιωθεί το δημόσιο πανεπιστήμιο, καθώς τα πτυχία του θα έχουν πλέον την ίδια αξία με τα πτυχία των ιδιωτικών ΚΕΣ. Μέχρι εδώ καλά: όλοι θα συμφωνήσουν μ’ αυτό. Αν δούμε όμως τι λένε πολλές από τις φοιτητικές παρατάξεις που αντιστέκονται στο νόμο, θα εντοπίσουμε ορισμένες προβληματικές απόψεις, οι οποίες πρέπει να χτυπηθούν. Εχθρός μας δεν είναι οι σπουδαστές των ΚΕΣ, αλλά το Υπουργείο. Στο νόμο για τα ΚΕΣ πολεμάμε ένα επιπλέον βήμα προς την απαξίωση του δημόσιου πανεπιστημίου∙ δεν είμαστε αντίθετοι, επειδή «φοβόμαστε» ότι «απειλούνται τα πτυχία μας». Θεωρούμε απαράδεκτη αυτή τη θέση, καθώς πιστεύουμε ότι προκύπτει απ’ το φοιτητοκεντρισμό που διακρίνει το σύνολο σχεδόν των καθεστωτικών και μη παρατάξεων. Φοιτητοκεντρισμός σημαίνει να μη μας ενδιαφέρει τίποτε άλλο πέρα από τα συμφέροντα του κλάδου μας (ως φοιτητών), τίποτε περισσότερο από την προστασία της αξίας του πτυχίου μας. Πρόκειται για μια λογική συντεχνιακή, η οποία εκμεταλλεύεται τα προνόμιά της, με σκοπό να διατηρήσει την ανώτερη κοινωνική της θέση. Όπως είναι γνωστό, από τα ΚΕΣ θα βγαίνουν εργαζόμενοι β’ κατηγορίας, τα «κατακάθια» του συστήματος που δε μπόρεσαν να πετύχουν στις πανελλήνιες εξετάσεις κι έτσι κατέληξαν στα ΚΕΣ. Αν κάποιος δε μπορεί να πληρώσει τα φροντιστήρια ή τα ιδιαίτερα μαθήματα κατά τη διάρκεια της Β’ και Γ’ Λυκείου ή αν, σε περίπτωση που αποτύχει στις πανελλήνιες, δεν έχει λεφτά για να πάει σε κάποιο πανεπιστήμιο του εξωτερικού, το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να πάει στα ΚΕΣ. Το μέτρο για την προσθήκη της βάσης του 10 ως κριτηρίου εισαγωγής στα ΑΕΙ εντάσσεται στην ίδια λογική. Έτσι αναπαράγεται η ταξική δομή της εκπαίδευσης. Σ’ αυτήν ακριβώς την ταξική δομή στηρίζονται οι φοιτητοσυνδικαλιστές, όταν επικαλούνται το χυδαίο επιχείρημα ότι «τα ΚΕΣ θα μας πάρουν τις δουλειές». Εκμεταλλεύονται την ανώτερη ταξική τους θέση και χρησιμοποιούν τις επικλήσεις στο «δημόσιο» χαρακτήρα του πανεπιστημίου, προκειμένου να την προφυλάξουν.
Αυτή η φοιτητοκεντρική και συντεχνιακή αντίληψη προκύπτει από τη γενικότερη εικόνα που υπάρχει για το πανεπιστήμιο μέσα στην ελληνική κοινωνία. Για το μέσο Έλληνα φοιτητή το πανεπιστήμιο είναι ένα μέσο για την εξασφάλιση ενός «δυνατού» πτυχίου, το οποίο θα του επιτρέψει να βρει μια καλή δουλειά. Το πανεπιστήμιο δεν είναι τίποτε παραπάνω από ένα εργαλείο εύρεσης εργασίας. Λογικό είναι ότι, από τη στιγμή που αντιλαμβανόμαστε τη φοιτητική μας ιδιότητα μ’ έναν τέτοιο τρόπο, θα θεωρούμε «εχθρούς» και «ανταγωνιστές» τους σπουδαστές οποιουδήποτε άλλου ιδρύματος θα μπορεί να προσφέρει ανάλογου είδους πτυχία. Είναι αυτονόητο, σύμφωνα με όλα τα παραπάνω, ότι θεωρούμε λανθασμένη κάθε προσπάθεια να γίνει ο νόμος για τα ΚΕΣ αφορμή για το ξέσπασμα ενός νέου κινήματος, καθώς δεν είναι αυτές οι αξίες που θα θέλαμε να εμπνέουν ένα τέτοιο κίνημα
epafi72.blogspot.com
Aποτίμηση κινητοποιήσεων ενάντια στον νόμο πλαίσιο
ΜΙΑ ΜΙΚΡΗ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΩΝ ΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΣΕΩΝ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΝΟΜΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ
Την τελευταία τριετία βρεθήκαμε αντιμέτωποι με μια σειρά αλλαγών στο χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (ΑΕΙ-ΤΕΙ) οι οποίες κινήθηκαν σε τρείς βασικές κατευθύνσεις: από την μια το 2005 ψηφίστηκε ο νόμος για την Αξιολόγηση, τα ΙΔΒΕ (Ινστιτούτα Δια Βίου Εκπαίδευσης) και το ΔΟΑΤΑΠ (αναγνώριση των πτυχίων από χώρες του εξωτερικού) και από τη άλλη ένα χρόνο αργότερα επιχειρήθηκε η Αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος σε συνδυασμό με την κατάρτιση ενός νέου Νόμου Πλασίου για την εσωτερική λειτουργία των πανεπιστημίων.
Xωρίς να μπούμε στην διαδικασία να αναλύσουμε κάθε πτυχή των μεταρρυθμίσεων αυτών (βλέπε παλιότερα κείμενα της ΕΠΦ) είναι χαρακτηριστικό, ότι αν και ο νόμος για την Αξιολόγηση, τα ΙΔΒΕ και το ΔΟΑΤΑΠ ψηφίστηκε, χωρίς να υπάρξουν ουσιαστικές αντιδράσεις, δεν συνέβη το ίδιο και με την Αναθεώρηση του άρθρου 16 και τον νέο Νόμο Πλαίσιο, όπου είχαμε το ξέσπασμα μαζικών καταλήψεων και διαδηλώσεων πανελλαδικά (καλοκαίρι 2006-άνοιξη 2007), με αποτέλεσμα να ακυρωθεί η Αναθεώρηση του άρθρου 16 και ο Νόμος Πλαίσιο να ψηφιστεί με οριακή κοινοβουλευτική πλειοψηφία τον Μάρτιο του 2007.
Και ενώ αρκετοί φοιτητές/τριες και πανεπιστημιακοί δήλωναν ότι ο νέος νόμος είναι «νεκρός» και δεν θα εφαρμοστεί σε καμία σχολή, ένα μόλις χρόνο μετά η κυβέρνηση (με ανανεωμένη «λαική εντολή» στις βουλευτικές εκλογές του Σεπτεμβρίου) μετά το νομοσχέδιο για το Ασφαλιστικό, άρχισε να κάνει λόγο για έναρξη της εφαρμογής διατάξεων του νέου Νόμου Πλασίου στις σχολές. Την άνοιξη του 2008 η πρόθεση της κυβέρνησης για τη εφαρμογή του νόμου (που μεταξύ άλλων ορίζει τις φοιτητικές παροχές, την διανομή συγγραμμάτων και το πανεπιστημιακό άσυλο) επικεντρώθηκε κυρίαρχα σε δύο κατευθύνσεις: Αλλαγή του τρόπου διεξαγωγής των πρυτανικών και προεδρικών εκλογών: Οι πρυτάνεις πλέον θα εκλέγονται με καθολική συμμετοχή των φοιτητών/τριών (σε αντίθεση με την μέχρι τώρα συμμετοχή μόνο των εκλεγμένων παραταξιακών). Όσο και αν αυτή η διάταξη μπορεί να χαρακτηριστεί «δημοκρατική», δεν παύει να εντάσσεται στις γενικότερες αλλαγές που φέρνει ο νέος νόμος μέσα στις σχολές και σε καμία περίπτωση δεν θίγει την θεσμική εξουσία των πρυτάνεων και τον ρόλο τους στη εκπαιδευτική διαδικασία. – Σύναψη 4ετών επιχειρησιακών προγραμμάτων: Η χρηματοδότηση πλέον των ΑΕΙ θα γίνεται με τη διαδικασία συμβάσεων με το κράτος και τους ιδιώτες καθώς και με την εισαγωγή manager, ο οποίος θα διαχειρίζεται τα οικονομικά του κάθε τμήματος. Γίνεται φανερό ότι σε σχολές όπως η δική μας, που η σύνδεση με την αγορά εργασίας είναι χαλαρή, η υποχρηματοδότηση θα ενταθεί, την ίδια ώρα που το κράτος δαπανάει εκατομμύρια ευρώ για στρατιωτικούς εξοπλισμούς, εκκλησία και αστυνομία.Παράλληλα με τις εξαγγελίες αυτές η Αναθεώρηση του άρθρου 16 εμφανίστηκε και πάλι στο προσκήνιο, καθώς άρχισε να γίνεται λόγος για την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων «από το παράθυρο», μέσω της μη Αναθεώρησης του άρθρου 16, αλλά της παράκαμψής του με νομικίστικες διατάξεις (εναλλακτική ερμηνεία του Συντάγματος κλπ).
Εδώ παρατηρήθηκε το εξής παράδοξο: Ενώ από την μία αρχικά τα κανάλια και οι εφημερίδες (που πρόσκεινται κυρίως στο ΠΑΣΟΚ) δημιουργούσαν κλίμα για νέο «σκηνικό πολέμου» στα πανεπιστήμια, παραπληροφορώντας και δημιουργώντας εντυπώσεις για νέο ξέσπασμα καταλήψεων, και παράλληλα οι αριστερίστικες παρατάξεις θεωρούσαν εύκολο ένα νέο γύρο κινητοποιήσεων, η πλειοψηφία των φοιτητών/τριών με τη σειρά της έδειχνε την πλήρη αδιαφορία της για την επικείμενη εφαρμογή του νόμου προετοιμαζόμενη σιγά-σιγά για την εξεταστική περίοδο του καλοκαιριού. Έτσι λοιπόν απότοκο αυτής της κατάστασης ήταν οι αντιδράσεις να μπορούν να χαρακτηριστούν μόνο «χλιαρές» και οι κινητοποιήσεις να παραμείνουν άμαζες στα χέρια οργανωμένων μειοψηφιών. Πιο συγκεκριμένα σε σχολές όπου προβλεπόταν η διεξαγωγή πρυτανικών και προεδρικών εκλογών (ΤΕΙ Αθήνας και Πειραιά) βάσει του νέου νόμου παρατηρήθηκαν ευφάνταστες σκηνές με τους φοιτητές να παίζουν κρυφτούλι (ή και κυνηγητούλι) με τους καθηγητές, αρπάζοντας κάλπες για να ακυρώσουν την διαδικασία. Στο Πανεπιστήμιο Πειραιά επιστρατεύθηκαν ακόμα και ακροδεξιά στοιχεία για να διαφυλάξουν την διαδικασία, με αποτέλεσμα να υπάρξουν συγκρούσεις μεταξύ φοιτητών και ακροδεξιών. Για να είμαστε ξεκάθαροι, δεν καταδικάζουμε τέτοιου είδους ακτιβισμούς, όπως η αρπαγή της κάλπης, αλλά είναι πάγια θέση μας ότι τέτοιες κινήσεις με αποσπασματικό και μη μαζικό χαρακτήρα δεν μπορούν να χαρακτηριστούν κινηματικές. Εκτός αυτών, οι καταλήψεις αυτή την φορά δεν ξεπέρασαν πανελλαδικά τις 40, με τις περισσότερες να είναι απλά λουκέτα (βλέπε παρακάτω), οι συνελεύσεις έβγαιναν σε πολλές σχολές με οριακές πλεοφηφίες για καταλήψεις το πολύ δύο ημερών, ενώ οι πορείες κατέδειξαν την πραγματική «δυναμική» των φετινών κινητοποιήσεων, αφού σε καμία από τις πορείες στο κέντρο της Αθήνας η συμμετοχή δεν ξεπέρασε τα 2000 άτομα. Σε αυτό το σημείο, χωρίς να μπούμε στην λογική της καταγγελειολογίας εξυπηρετώντας κάποια δικά μας μικροπαραταξιακά συμφέροντα, ΑΛΛΑ στη βάση της υπεράσπισης της δημοκρατικότητας και ριζοσπαστικότητας τόσο των γενικών συνελεύσεων, όσο και του ίδιου του φοιτητικού κινήματος, δεν θα μπορούσαμε να μην κάνουμε μια μικρή μνεία για τον ρόλο που διαδραμάτισε η «αγωνιστική» Πανσπουδαστική Κίνηση Συνεργασίας (ΚΝΕ/ΚΚΕ) τόσο σε πανελλαδικό επίπεδο, αλλά και συγκεκριμένα στην Φιλοσοφική. Εκτός του ότι ήταν συστηματικά αντίθετη στην σύγκληση γενικών συνελεύσεων, σε όσες τελικά πραγματοποιήθηκαν η ΠΚΣ αποχωρούσε εν τω μέσω της διαδικασίας ακυρώνωντας την απαρτία έχοντας ήδη μονοπωλήσει το μικρόφωνο για ώρα και εμποδίζοντας τους άλλους ομιλητές να τοποθετηθούν (γελοιοποιώντας, αποδοκιμάζοντας, τραμπουκίζοντας κλπ). Η αλήθεια είναι ότι δεν ξαφνιαστήκαμε από την στάση της ΠΚΣ καθώς διαχρονικά οι πρακτικές της αντανακλούν την ξεκάθαρη αντιδημοκρατική ιεραρχική και γραφειοκρατική της οργάνωση, με αποτέλεσμα να συμμετέχει σε ένα κίνημα μόνο για να το ηγεμονεύσει ή να στρατολογήσει νέα μέλη. Περιστασιακά, η γενική συνέλευση απειλούταν και από βολονταρισμούς της ΕΑΑΚ, όπως οι εκβιασμοί για «αγωνιστικές αποφάσεις» (ακόμα και με φανερή έλλειψη απαρτίας), χωρίς σαφείς αγωνιστικές προθέσεις, βέβαια…
Είναι φανερό, όπως αναλύθηκε παραπάνω, ότι οι αντιδράσεις ενάντια στην εφαρμογή του νέου νόμου μονό ως κίνημα δεν μπορούν να χαρακτηριστούν, γιατί αυτή τη φορά έλειψε αυτό που είχε υπάρξει, παρ΄ όλες τις αδυναμίες του (βλ. Ιδρυτική Διακήρυξη ΕΠΦ και κριτική στο κίνημα 06-07) στο περασμένο φοιτητικό κίνημα και αυτό ήταν η μαζικότητα στις συνελεύσεις, στις καταλήψεις (?) και στις διαδηλώσεις από πλευράς των φοιτητών/τριών. Από την μεριά μας ως Ελευθεριακή Παρέμβαση Φιλοσοφικής, θεωρώντας επιτακτική την ανάγκη της μαζικής αντίδρασης στην εφαρμογή του νέου νόμου, καλέσαμε σε συμμετοχή στις γενικές συνελεύσεις όλων των φοιτητών/τριών επειδή θεωρούμε ότι η γενική συνέλευση (παρόλα τα συχνά φαινόμενα γραφειοκρατικοποίησής αλλά και απαξίωσής της) είναι και πρέπει να γίνει το μοναδικό συλλογικό ΑΜΕΣΟΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟ όργανο λήψης αποφάσεων, καθώς εξασφαλίζει την ισότητα λόγου και ψήφου για όλους και όλες. Όσον αφορά το ζήτημα της κατάληψης , ξεκαθαρίσαμε την θέση μας ότι η κατάληψη δεν τίθεται μόνο στην σφαίρα των μέσων (άδεια κλειδωμένη σχολή για να «πιέσουμε» την κυβέρνηση), αλλά κυρίως των σκοπών, στην ουσιαστική δηλαδή συμμετοχή όλων στην κατειλημμένη σχολή μέσω της επαναοικειοποίησης του χώρου και του χρόνου και τον πειραματισμό με νέες μορφές Αυτοοργάνωσης της καθημερινότητας.
ΓΙΑ ΚΙΝΗΜΑ ΜΑΖΙΚΟ ΚΑΙ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΟ
Η ΑΜΕΣΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΟΠΛΟ ΜΑΣ
ΔΕ ΘΕΛΟΥΜΕ ΤΟ ΤΗΛΕΦΩΝΟ ΣΟΥ…
…ή εισαγωγή στο πανεπιστήμιο και την Ελευθεριακή Παρέμβαση Φιλοσοφικής
Η Ελευθεριακή Παρέμβαση Φιλοσοφικής είναι μια πολιτική συλλογικότητα της σχολής μας. Δραστηριοποιηθήκαμε μέσα από το κίνημα των καταλήψεων του 2006-07 ενάντια στην εκπαιδευτική αναδιάρθρωση και από τότε προσπαθούμε να έχουμε μια σταθερή παρουσία και παρέμβαση σε θέματα που πιστεύουμε ότι μας αφορούν. Έχουμε επιλέξει να οργανωθούμε στη βάση της άμεσης δημοκρατίας και δίχως ιεραρχία. Αυτό σημαίνει ότι για τις υποθέσεις μας αποφασίζουμε όλες και όλοι μαζί, ύστερα από συζήτηση και υλοποιούμε τις αποφάσεις μας επίσης όλοι και όλες μαζί. Δεν χρειαζόμαστε ειδικούς να μας καθοδηγούν(ούτε κρυφούς ούτε φανερούς). Η άποψη μας αυτή ισχύει και γενικότερα για το πως βλέπουμε και τη σχολή μας (και τη κοινωνία γενικότερα). Πιστεύουμε δηλαδή ότι για τις υποθέσεις που μας αφορούν ως φοιτήτριες και φοιτητές οφείλουμε και μπορούμε να αποφασίζουμε εμείς οι ίδιοι εδώ και τώρα και κανείς άλλος εξ ονόματός μας.
Ο ελληνικός μύθος για το πανεπιστήμιο το έχει συνδέσει με χρόνια χαλαρότητας, κραιπάλης, καβάτζας και εκατομμυρίων καφέδων. Αν και καταλαβαίνουμε τη γοητεία αυτού του τρόπου ζωής, ιδιαίτερα μετά τη φρίκη των πανελληνίων εξετάσεων, γνωρίζουμε επίσης ότι υπάρχει και μια άλλη παράδοση στο ελληνικό πανεπιστήμιο την οποία και προκρίνουμε. Είναι η παράδοση των αγώνων, των κινητοποιήσεων, των γενικών συνελεύσεων. Μόλις πριν από δύο χρόνια δεκάδες χιλιάδες φοιτητές και φοιτήτριες συμμετείχαμε στις γενικές συνελεύσεις των συλλόγων μας, κατεβήκαμε στους δρόμους για να αντισταθούμε στο νόμο-πλαίσιο και την αναθεώρηση του άρθρου 16, μεταρρυθμίσεων που αποσκοπούν στη μεγαλύτερη σύνδεση των πανεπιστημίων με την οικονομία της αγοράς, στην εντατικοποίηση των σπουδών μας και την αύξηση του κόστους τους. Αυτή τη παράδοση θέλουμε να συνεχίσουμε με διάθεση κριτικής και αυτοκριτικής.
Θέλουμε να υπερασπιστούμε το πανεπιστήμιο από τις προαναφερθείσες μεταρρυθμίσεις της κυβέρνησης γιατί, ως ομάδα, το αντιλαμβανόμαστε ως έναν κατεξοχήν δημόσιο χώρο. Θεωρούμε ότι η σχέση του πανεπιστημίου με τη γνώση το καθιστά έναν χώρο που μπορεί να ανθίσει η δημόσια συζήτηση, η κριτική σκέψη, η αμφισβήτηση, όλες έννοιες αντίθετες στη κυρίαρχη αντίληψη που το μόνο που την ενδιαφέρει είναι η οικονομική ανάπτυξη και πρόοδος. Επίσης σε αυτό που εμείς βλέπουμε ως δημόσιο χαρακτήρα του πανεπιστημίου συντελεί και η ύπαρξη και λειτουργία των γενικών συνελεύσεων των φοιτητικών συλλόγων. Οι γενικές συνελεύσεις αποτελούν το ανώτερο όργανο εξουσίας των φοιτητών και των φοιτητριών. Σε αυτές μπορούμε να συμμετέχουμε όλες και όλοι ισότιμα, μέσα από το λόγο και τη ψήφο μας. Κάθε φοιτητής και φοιτήτρια μπορεί να κάνει τοποθέτηση και προτάσεις στο σώμα τη συνέλευσης και αυτές να τεθούν προς ψήφιση. Ακριβώς επειδή η γενική συνέλευση είναι το μοναδικό ανοιχτό όργανο στον καθένα και τη καθεμιά μας, επιλέγουμε να συμμετέχουμε μόνο σε αυτήν και όχι στις εκλογές και τα διοικητικά συμβούλια, αφού δε θεωρούμε την ομάδα μας ως κάποιους ειδικούς οι οποίοι μπορούν να αντιπροσωπεύουν το σύνολο των φοιτητών και των φοιτητριών.
Αυτά τα λίγα από εμάς. Όποιος και όποια ενδιαφέρεται να μας βρει, το τραπεζάκι μας είναι στον 4ο όροφο, στο μαυροκόκκινο τοίχο.